Για μια κοινωνία προστιθέμενης αξίας
Του Νίκου Χριστοδουλάκη*
Το ΠΑΣΟΚ μπήκε σε μια νέα απαιτητική περίοδο, όχι μόνο γιατί άλλαξε ηγεσία και όνομα αλλά κυρίως γιατί η χώρα και η οικονομία μεταμορφώθηκαν από τις αλλεπάλληλες και ετερόκλητες κρίσεις που δέχονται επί μια και πλέον δεκαετία. Είδαμε σε αυτή την δεκαετία ότι αν και οι πολιτικές που εφαρμόζονταν ήταν κάθε φορά διαφορετικές, κατέληγαν πάντα στο ίδιο σκοτεινό αδιέξοδο: την ύφεση.
Μάλιστα, το εντυπωσιακό μέσα σε αυτή την δοκιμασία ήταν ότι το κόστος δεν πήγαινε πότε σε μια κατηγορία και μετά σε μια άλλη, αλλά υπάρχει ένα κοινωνικό σώμα που σαν μαγνήτης μάζεψε πάνω του όλα τα αρνητικά και των τριών κρίσεων: η Νέα Γενιά, που μοιάζει σήμερα αποκλεισμένη από ευκαιρίες, δυνατότητες και προοπτικές. Επιλεκτικά αναφέρω:
- Το 2009, στην αρχή της κρίσης, η Ελλάδα ήταν 6η στην ανεργία των νέων (15 έως 24 ετών), περίπου στο μέσο όρο της Ευρωζώνης. Από το 2012 και μετά πήρε τα πρωτεία και συνεχίζει μέχρι σήμερα, μαζί με την Ισπανία.
- Περίπου ένας στους δύο που έφυγαν (51%) προέρχεται από την «κρίσιμη» ηλιακή κατηγορία 25-44 ετών, και είναι κατά περίπου 60% έως 70% πτυχιούχοι. Η ελληνική κοινωνία διαμιάς ξέπεσε παραγωγικά και γέρασε δημογραφικά.
Με την πανδημία, οι ίδιοι νέοι και οι νεότεροι τους υπέστησαν το μεγαλύτερο κόστος του εγκλεισμού, στερήθηκαν επαρκή εκπαίδευση και κοινωνικότητα, τα εργασιακά δικαιώματα λιγόστεψαν και το ίδιο οι αμοιβές που και αυτές τώρα εξαερώνονται με τον πληθωρισμό.
Για να βγούμε από τον φαύλο κύκλο ματαιοπονίας και διάψευσης, χρειάζεται να κινηθούμε σε τρεις άξονες πολιτικής:
Πρώτον, το Πρόγραμμα να εστιάσει όχι στα κάθε φορά μεταβαλλόμενα αίτια των κρίσεων αλλά στις βαθύτερες και μονιμότερες συνέπειες που αφήνουν σε κάθε οικονομία. Για την Ελλάδα, αυτό σημαίνει να ενδυναμώσει την παραγωγική της ικανότητα, να μπορεί να δημιουργεί όλο και υψηλότερη Προστιθέμενη Αξία, με έμφαση στην μεταποίηση και την απασχόληση.
Δεύτερον, το ανθρώπινο δυναμικό να έχει γνώσεις και προσόντα που το κάνουν ικανό να αποκτά και την επόμενη γενιά γνώσεων και είναι διαρκώς έτοιμο να κατανοήσει και να εφαρμόσει τις τεχνολογικές εξελίξεις. Θέτουμε μια σειρά από προτάσεις σε διάλογο, για να βελτιώσουμε την άμιλλα και την αξιολόγηση της παιδείας και των αποφοίτων, αλλά και τα προσόντα της επαγγελματικής εκπαίδευσης που σήμερα αντιμετωπίζεται ως το εφεδρικό πελατολόγιο των ιδιωτικών κολλεγίων.
Τρίτον και πιο σημαντικό είναι η ανθεκτικότητα της κοινωνίας. Δηλαδή η ικανότητα της να αποφύγει την δημογραφική παρακμή με κίνδυνο να καταντήσει έτσι μία χώρα γερόντων που προσελκύει μόνο άλλους γέροντες από το εξωτερικό, αλλά διώχνει τους νέους επειδή αυτοί πρέπει να καλύψουν το κόστος όλων – από το ασφαλιστικό έως την άμυνα. Για αυτό προτάσσουμε μια επεξεργασμένη δημογραφική πολιτική που δεν αρκείται μόνο σε επιδόματα, αλλά σχεδιάζεται για την στήριξη της οικογένειας με στέγη, επαγγελματικά κίνητρα και υποδομές φροντίδας.
Επιπλέον, θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι η προσπάθεια της νέας γενιάς θα συντελείται με θεσμούς αξιοκρατίας και διαφάνειας και θα επιβραβεύεται μόνο ανάλογα με την αξία της και όχι με πελατειακές σχέσεις και την πανταχού παρούσα οικογενειοκρατία.
Στις αναζητήσεις αυτές έρχεται ως έμπνευση και αρωγός η μεγάλη παράδοση της Σοσιαλδημοκρατίας που σήμερα επιχειρούμε να κάνουμε ξανά επίκαιρη και αποτελεσματική. Το εγχείρημα είναι εφικτό, αρκεί με αυστηρότητα να τηρήσουμε διαχωριστικές γραμμές και έτσι να τις ξεπεράσουμε οριστικά.
- Η διαχωριστική γραμμή με την ιδεολογία της ισοπέδωσης
Το ΠΑΣΟΚ στην κυβερνητική διαδρομή του δημιούργησε πολλούς νέους θεσμούς που άλλαξαν τον ρου της ελληνικής κοινωνίας, καταργώντας στεγανά δεκαετιών και δίνοντας ευκαιρίες δημιουργίας και ισονομίας σε εκατομμύρια πολίτες. Όμως δεν υπήρξαμε ούτε αλάνθαστοι ούτε πάντα στο απυρόβλητο. Και εμείς παρασυρθήκαμε από την εκλογική γοητεία του πλήθους, ανεχθήκαμε στρεβλώσεις στους θεσμούς, δεν αντιδράσαμε ακαριαία σε φαινόμενα διαφθοράς και συχνά ακολουθήσαμε πρακτικές που τώρα θα θέλαμε να ξεχάσουμε. Όλα αυτά αποξένωσαν τους πολίτες και ιδιαίτερα τους νέους που ένιωσαν αποκλεισμένοι από τις ευκαιρίες που άξιζαν.
Σήμερα είναι αδήριτη ανάγκη να υποστηρίξουμε σθεναρά την καθολική πρόσβαση στα θεμελιώδη δημόσια αγαθά, τις ίσες ευκαιρίες μόρφωσης και εξέλιξης χωρίς κομματικές τρικλοποδιές. Όχι όμως την ισοπέδωση του αποτελέσματος, όχι την δέσμευση πόρων σε αποτυχημένα σχήματα, όχι την αναδρομική απονομή τίτλων και προνομίων για να κολακεύονται τα εκλογικά πλήθη και να μεταμορφώνονται σε άκριτους οπαδούς.
- Η διαχωριστική γραμμή με την πολιτική ορθότητα
Αν η ιδεολογία της ισοπέδωσης είναι ο κίνδυνος που ελλοχεύει από τα αριστερά, η ιδεοληψία της (δήθεν) πολιτικής ορθότητας εφορμά από τα δεξιά για να φρενάρει την κριτική σκέψη, να καναλιζάρει την διεκδίκηση σε ένα ελεγχόμενο πλαίσιο, και να ακυρώσει τις μεγάλες αλλαγές που θέλει η κοινωνία.
Κάθε πρωτοβουλία αντιμετώπισης των σκανδαλωδών φαινομένων που γιγαντώθηκαν κατά την διάρκεια των κρίσεων – όπως τα υπερκέρδη πολυεθνικών επιχειρήσεων, η διαφυγή φόρων εκτός της επικράτειας που παράγονται, η πρωτοφανής συσσώρευση πλούτου και ακίνητης περιουσίας από πολυποίκιλες ομάδες συμφερόντων – βαφτίστηκαν με μεγάλη επιπολαιότητα ως «λαϊκισμός» που παρεκκλίνει από το πλαίσιο της πολιτικής ορθότητας.
Το είδαμε να γίνεται αυτό τους προηγούμενους μήνες όταν καταγγείλαμε τα αδόκητα υπερκέρδη των ενεργειακών εταιρειών, όταν προτείναμε πλαφόν στις τιμές καυσίμων και μείωση των έμμεσων φόρων. Μας είπαν ότι δεν κατανοούμε την λειτουργία των αγορών – ασχέτως αν το ίδιο είχαν εφαρμόσει με επιτυχία άλλες κυβερνήσεις στην ΕΕ.
Πρέπει να απορρίψουμε σθεναρά αυτή την πολιτική απαξίωση. Εμείς πρέπει πρώτα να αφουγκραστούμε τις αγωνίες των πολλών – από την ανεργία και την μετανάστευση έως τις ανισότητες και την παγκοσμιοποίηση – κατανοώντας την απόγνωση με την οποία συχνά εκδηλώνονται. Αυτή είναι η ιστορική αποστολή της σοσιαλδημοκρατίας: να ηγηθεί των μεγάλων στρωμάτων που δοκιμάζονται και όχι να τους απαξιώνει για το πώς εκφράζουν την ανασφάλεια τους!
*Ο Νίκος Χριστοδουλάκης είναι Επικεφαλής του ΙΝΣΟΣΙΑΛ, καθηγητής ΟΠΑ και Συντονιστής σύνταξης του Προγραμματικού Πλαισίου του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ
• Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην Εφημερίδα Των Συντακτών στις 23/7/2022