• : info@in-social.gr

Τηλε-εργασία & οικονομία της πλατφόρμας

Είναι φυσικό για ένα Ινστιτούτο που θεμελιώνει την δραστηριότητα του επάνω στις αρχές και τις αξίες της Σοσιαλδημοκρατίας, τα εργασιακά θέματα να αποτελούν κυρίαρχο αντικείμενο μελέτης και ενδιαφέροντος. Πόσο μάλλον σε μια εποχή που συντελούνται ραγδαίες αλλαγές και ανακατατάξεις με ασύγκριτες ιστορικές επιπτώσεις και μεγάλες αβεβαιότητες.

Στο ΙΝΣΟΣΙΑΛ τολμήσαμε να ανοίξομε τον διάλογο για την τηλεργασία και την οικονομία της πλατφόρμας σε ένα εθνικό περιβάλλον, άτολμο να προσεγγίσει ακόμα και τις έννοιες των νέων εργασιακών δεδομένων που προκαλούν οι τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και οι επιτακτικές ανάγκες της πανδημίας.

Με συμμετέχουσες και συμμετέχοντες, πολιτικούς κι επιστήμονες που ειδικεύονται, ο καθένας στον τομέα του, στην μελέτη, ανάλυση και διαμόρφωση των εργασιακών δεδομένων, επιχειρούμε να εμβαθύνουμε στις εξελίξεις, τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που ανοίγονται. Ταυτόχρονα φιλοδοξούμε να προκαλέσουμε έναν δημιουργικό προβληματισμό για το ποια μπορούν να είναι τα επόμενα βήματα στην Ελλάδα, προκειμένου οι μεγάλες αλλαγές να μας βρουν προετοιμασμένους και ικανούς να τις αξιοποιήσουμε.

Εύη Χριστοφιλοπούλου, Πρόεδρος ΙΝΣΟΣΙΑΛ

Κείμενα συμπερασμάτων και βασικών σημείων από τις εισηγήσεις των ομιλητών

Φώφη Γεννηματά: Αφήνουμε το «πριν» κι ετοιμάζουμε το μέλλον με κανόνες και ρυθμίσεις

Η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά κατά την έναρξη της συζήτησης παρουσίασε τη μορφολογία της νέας πραγματικότητας, μέσα και από το πρίσμα των επιταχύνσεων που επέφερε η Πανδημία: «Μια πραγματικότητα που επηρεάζει τις οικονομίες, τις επιχειρήσεις και πρώτα και κύρια τους εργαζόμενους. Που κινδυνεύουν να είναι το πρώτο θύμα των αλλαγών, βιώνοντας την ανασφάλιστη εργασία, την υπερεκμετάλλευση, την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια για το μέλλον. Με επόμενο τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που θα υποστούν έναν αθέμιτο ανταγωνισμό σε μια ανοιχτή και ανεξέλεγκτη αγορά. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε στο «πριν». Οι αλλαγές είναι αναπότρεπτες. Η πανδημία τις επιτάχυνε».

Η κυρία Γεννηματά τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη θεσμικών παρεμβάσεων για και ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων με συνεννόηση των κοινωνικών εταίρων με την αναγκαία πολιτική βούληση των κυβερνήσεων: «Οφείλουμε όμως να παρέμβουμε, να επιβάλλουμε κανόνες και ρυθμίσεις τόσο για τα όρια του ανταγωνισμού, όσο και για την προστασία των εργαζόμενων. Και στο πλαίσιο τα ΕΕ και στο εσωτερικό της χώρας. Με Εθνικές πολιτικές, που θα προκύψουν μέσα από το διάλογο των κοινωνικών εταίρων. Προϋπόθεση βέβαια είναι να υπάρχει πολιτική εξουσία με βούληση να προχωρήσει τις αλλαγές. Γιατί μόνο έτσι θα καταλήξουμε στο αναγκαίο Κοινωνικό Συμβόλαιο της Ψηφιακής Εποχής που θα επιταχύνει την ανάπτυξη, θα τονώσει την ανταγωνιστικότητα των Ελληνικών επιχειρήσεων, με εργαζόμενους ασφαλείς, ικανούς να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες, με αξιοπρεπείς αμοιβές και δικαιώματα».

Ένα μεστό και συγκροτημένο σχέδιο προετοιμασίας του εργατικού δυναμικού:

1: Πρώτο μέλημα μια βαθιά αλλαγή στα συστήματα Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, με στόχο τον «Ψηφιακό Διαφωτισμό». Με τη σωστή εκπαίδευση οι νέοι και οι εργαζόμενοι να μπορέσουν να αξιοποιήσουν τις νέες συνθήκες και να αποτρέψουν τη νέα διεύρυνση των ανισοτήτων.

2: Εξασφάλιση της συναίνεσης του εργαζομένου, όπως προβλέπει και η Ευρωπαϊκή Συμφωνία και όχι να εξαναγκάζεται αυτός σε αλλαγή της μορφής εργασίας του.

3: Απαρέγκλιτη τήρηση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Υπάρχει μείζον ζήτημα με το ωράριο εργασίας. Στην έρευνα της ΓΣΕΕ το 35% των εργαζομένων δήλωσε πως στη διάρκεια του lockdown , δούλεψε περισσότερες ώρες με τηλεργασία από το νόμιμο ωράριο, χωρίς όμως να αναγνωρισθούν υπερωρίες.

4: Ο εργοδότης οφείλει να παρέχει τα μέσα και να καλύπτει το κόστος της επικοινωνίας. Όχι να επιβαρύνει τον εργαζόμενο.

5: Αντιμετώπιση των προβλημάτων εξέλιξης του εργαζόμενου που μπορεί να δημιουργήσει η «Απουσία» του από το γραφείο.

6: Δημιουργία ενός «Παρατηρητηρίου τηλεργασίας» ως προέκταση της Επιθεώρησης Εργασίας, με συμμετοχή εκπροσώπων των Κοινωνικών Εταίρων.

7: Πρόβλεψη φυσικής παρουσίας του εργαζόμενου στην επιχείρηση μια ή δύο φορές την εβδομάδα. Ο εγκλεισμός και η απομόνωση μπορεί να οδηγήσουν σε προβλήματα κοινωνικοποίησης τους εργαζόμενους, ακόμα και ψυχολογικά προβλήματα.

Ας αξιοποιήσουμε τα πλεονεκτήματα

Από την άλλη η προσβασιμότητα, η αποφυγή συνωστισμού στα τρένα, στο μετρό και στα λεωφορεία, η ευελιξία να εργάζεται κανείς από το σπίτι ακόμα και των διακοπών του ή στο τρένο προς τη διήμερη εξόρμησή του, η από οποιαδήποτε χώρα είναι σημαντικά πλεονεκτήματα. Πλεονέκτημα και για τη χώρα μας, που μπορεί να προσελκύσει ταλέντα. Γιατί να δουλεύεις, για παράδειγμα, από το βροχερό και κρύο Βορά, όταν μπορείς να κάνεις το ίδιο από ένα Ελληνικό νησί με το laptop σου; Ή γιατί να αγωνιάς για το ακριβό κόστος ζωής στην Αθήνα, όταν μπορείς να κάνεις το ίδιο από ένα ορεινό ή παραθαλάσσιο χωριό της επαρχίας; Αρκεί να βρουν γρήγορο ίντερνετ και κέντρα δεδομένων (data centers) που θα υποστηρίζουν τις νέες ψηφιακές απαιτήσεις. Η τηλεργασία δεν πρέπει να εξελιχθεί σε «ατύχημα», «εχθρό» του εργαζόμενου.

Μαρίλη Μέξη: Οικονομία της Πλατφόρμας. Ορισμός ενός παγκοσμιοποιημένου φαινομένου

Ως «ένα παγκοσμιοποιημένο φαινόμενο και πεδίο τη ευρύτερης ψηφιακής οικονομίας όπου δοκιμάζονται οι εργασιακές σχέσεις» όρισε η σύμβουλος του ILO και επικεφαλής ερευνητικών προγραμμάτων για την Gig Economy Institute της Γενεύης Μαρίλη Μέξη, την οικονομία της πλατφόρμας (Οικονομία της Πλατφόρμας).

Η κυρία Μέξη ανέφερε πως «η Οικονομία της Πλατφόρμας σχετίζεται με την τηλε-εργασία αλλά δεν εξαντλείται με αυτήν» και την κατέταξε σε δύο κύριες κατηγορίες:

1. Εργασία on line, τηλε- εργασία από πλατφόρμες μεσιτείας εργαζομένων με επιχειρήσεις. Αφορά το ψηφιακό outsourcing υπηρεσιών των επιχειρήσεων –μεσαζόντων για εργασία που αποδίδεται με το κομμάτι, όπως π.χ τα στάδια κατασκευής μιας οικοδομής. Όμως το καθιστά ιδιαίτερο το γεγονός ότι οι εταιρίες-πλατφόρμες είναι διασυνοριακές. Ο εργαζόμενος στην πλατφόρμα γίνεται οικονομικός μετανάστης δίχως να μεταναστεύσει. Η εργασία πωλείται ως υπηρεσία στις αγορές, προσφέρει επισφαλή εργασία και χαμηλά μεροκάματα που συμπαρασύρουν συνεχώς σε μειώσεις μισθών στο διεθνώς ανταγωνιστικό περιβάλλον.

2. Εργασία με φυσική παρουσία εντός μιας εθνικής επικράτειας αλλά υπό τον συντονισμό μιας εταιρείας, μιας ψηφιακής εφαρμογής π.χ Uber, Wolt κλπ. που εργάζονται υπό συνθήκες και αμοιβές παρόμοιες με την 1η κατηγορία. Η κυρία Μέξη θέτει εδώ τον προβληματισμό «Το βασικό ερώτημα εδώ είναι αν οι εργαζόμενοι είναι μισθωτοί και χρήζουν ανάλογης προστασίας (κατώτατος μισθός, ωράριο, αδικαιολόγητη απόλυση κλπ) ή είναι ανεξάρτητοι εργολάβοι που λειτουργούν ως «μικρές επιχειρήσεις» για δικό τους λογαριασμό, χωρίς την εξασφάλιση της μισθωτής σύμβασης;».

Παρουσιάζοντας τις μέχρι σήμερα πρακτικές των μεγάλων εταιριών του κλάδου διαπίστωσε πως «η πλατφόρμα ρυθμίζει τα πάντα και με έναν αλγόριθμο ασκεί τον απόλυτο έλεγχο. Λειτουργεί ως ψηφιακός μεσάζων, οπότε τυπικά ο εργαζόμενος δεν είναι μισθωτός και στερείται έτσι το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και της διαπραγμάτευσης των συνθηκών εργασίας , των δικαιωμάτων του και της αμοιβής του».

Το περιβάλλον της Πλατφόρμας όμως δεν έχει μόνο αρνητικές εξελίξεις. Σύμφωνα με την ομιλήτρια, έχουν καταγραφεί τα τελευταία χρόνια θετικές εξελίξεις και κινητικότητα στο πεδίο. «Στη Δανία το 2018 υπογράφτηκε συλλογική σύμβαση ενώ έχουμε και παραδείγματα με διμερείς συμβάσεις μεταξύ εργαζομένων και πλατφορμών. Πρόσφατα το (Φεβ. 2021) το Ανώτατο Βρετανικό Δικαστήριο αναγνώρισε δικαιώματα μισθωτής εργασίας (άδειες, ωράριο, κατώτατο μισθό) σε εργαζομένους της Uber που είχαν προσφύγει σε αυτό».

Κλείνοντας η κυρία Μέξη σημείωσε πως «δεν είναι τα πάντα αρνητικά γύρω από την οικονομία της πλατφόρμας. Στη χώρα μας, με τις ιδιαιτερότητες στον τουριστικό τομέα για παράδειγμα μπορούν να δοθούν κίνητρα για την ανάπτυξη της οικονομίας της πλατφόρμας. Οι διασυνοριακές πλατφόρμες δίνουν τη δυνατότητα να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους οι εργαζόμενοι στις διεθνείς αγορές ενώ η ευελιξία τους τις κάνει εύκολα προσβάσιμες σε πολλές κατηγορίες εργαζομένων πλήρους ή μερικής απασχόλησης. Για την καλύτερη όμως αξιοποίηση τους θα πρέπει να υπάρξει και στην Ελλάδα ευρύς δημόσιος διάλογος».

Ιωάννης Καρούζος: Το Εργατικό Δίκαιο αδυνατεί να ανταποκριθεί στην ταχύτητα και την ένταση των τεχνολογικών αλλαγών

Στον διεθνή προβληματισμό για την θεσμική προστασία των εργαζομένων στις πλατφόρμες και την ρύθμιση των κανόνων της τηλε-εργασίας αναφέρθηκε στην εισήγησή του ο Εργατολόγος κ. Ιωάννης Καρούζος. «Γινόμαστε χρήστες υπηρεσιών μέσω της τεχνολογίας χωρίς να είναι φανερό το πεδίο και τα πρόσωπα που δρουν πίσω από την παραγωγή αυτού του έργου» σημείωσε ο εργατολόγος και παρέθεσε τα στοιχεία πως «το 11% του παγκόσμιου πληθυσμού εξυπηρετούνταν μέσα από τις πλατφόρμες διανομής φαγητού κατ’ οίκον πριν την κρίση της Πανδημίας. Αναμενόταν να φτάσουν τους 825 εκ. χρήστες παγκοσμίως, μόνο στην υπηρεσία διανομής φαγητού».

«Οι εργαζόμενοι στις ταχυμεταφορές μέσα από πλατφόρμες, οι ‘riders’», ανέφερε ο κ. Καρούζος, «αξιολογούνται και αμείβονται με όρους ταχύτητας, σε έναν αδιευκρίνιστο γεωγραφικό χώρο (για παράδειγμα σε αρκετούς δήμους του Λεκανοπεδίου Αττικής ταυτόχρονα) προκειμένου ο αλγόριθμος να τους επιβραβεύει και να τους αναθέτει ‘δουλειές’. Είναι αδιευκρίνιστο ποιος είναι ο εργοδότης. Ο καταναλωτής; Το εστιατόριο; Ο αλγόριθμος, που μπορεί να κρύβει πίσω του μια τεράστια εταιρία με έδρα σε φορολογικούς παραδείσους;» αναρωτήθηκε και κατέληξε πως «πρόκειται για ελαστική μορφή απασχόλησης με ατομικές συμβάσεις εργασίας και το διευθυντικό δικαίωμα να ασκείται από αλγόριθμο»

Συνέπιες με εργοδότη τον αλγόριθμο:

  1. Απουσία συνεχούς χρόνου εργασίας (περιοδικός, στιγμιαίος κι όχι επαναλαμβανόμενος)
  2. Ο εργαζόμενος λειτουργεί όπως ένας τραπεζικός λογαριασμός. Είναι ανοιχτός συνεχώς αλλά δεν είναι συνεχώς δραστήριος.
  3. Σχέση εργασίας χωρίς τόπο και χωρίς χρόνο, σε ένα αδιευκρίνιστο ψηφιακό περιβάλλον.
  4. Αποκλεισμός συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Όσον αφορά τη διεθνή αντιμετώπιση του ζητήματος μέσα από την νομολογία, ο εργατολόγος σημείωσε πως «στις ΗΠΑ τα δικαστήρια κρίνουν κατά περίπτωση αν πρόκειται για εξαρτημένη εργασία ή αυτοαπασχόληση, στο ΗΒ αντιμετωπίζονται ως μια ενδιάμεση κατηγορία μεταξύ μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, στη Γερμανία θεωρούνται ημί-εξαρτημένοι με εφαρμογή ορισμένων δικαιωμάτων της εξαρτημένης εργασίας (όπως ο κατώτατος μισθός). Στην Ιταλία παρότι υπάρχουν κινηματικά παραδείγματα διεκδικήσεων από εργαζομένους, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν αναγνωρίζει συγκεκριμένα δικαιώματα. Στη Γαλλία αναγνωρίστηκαν ως εξαρτημένη μορφή εργασίας μετά όμως από κάποια σκαμπανεβάσματα στην νομολογία».

Για την αποτελεσματικότερη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων ο κ. Καρούζος ανέφερε πως «έχουμε ανάγκη να πάμε σε μια ‘ομπρέλα’ συλλογικής διαπραγμάτευσης και συμβάσεων σε αυτό το μοντέλο απασχόλησης».

Σύμφωνα με τον κ. Καρούζο «Όλες αυτές οι τεχνολογικές εξελίξεις δεν είναι ουδέτερες. Το Εργατικό Δίκαιο αδυνατεί να ανταποκριθεί στην ταχύτητα και την ένταση των τεχνολογικών αλλαγών. Μέσα από την τεχνολογική πολυπλοκότητα, την χρήση της Τεχνητής νοημοσύνης, δημιουργείται ένα ‘ψηφιακό προλεταριάτο’ που σε συνδυασμό με τις διάφορες μορφές απασχόλησης εν τέλει δημιουργούν ένα ‘ψηφιακό πρεκαριάτο’».

Το ερώτημα, για τον κ. Καρούζο, «δεν είναι μόνο πόσες θέσεις απασχόλησης θα δημιουργηθούν αλλά και με ποιους όρους αυτές θα λειτουργήσουν»

Και κατέληξε σημειώνοντας με νόημα πως «στην Ευρώπη η συζήτηση έχει ξεκινήσει, η Ελλάδα ακόμα είναι απούσα από τις εξελίξεις».

Χρήστος Γούλας: Οι Έλληνες εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα αξιολογούν αρνητικά την τηλε-εργασία

Συγκεκριμένα στοιχεία για τις απόψεις των Ελλήνων εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα για την τηλε-εργασία παρέθεσε ο Επιστημονικός Διευθυντής του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ Χρήστος Γούλας ενώ νωρίτερα είχε σημειώσει τους προβληματισμούς του για την ανάπτυξη της οικονομίας της πλατφόρμας και την εισχώρηση της ψηφιοποίησης στην αγορά εργασίας.

Ο κ. Γούλας ανέφερε εισαγωγικά πως «η συζήτηση σε επίπεδο Ευρωκοινοβουλίου διεξάγεται με διαξιφισμούς και αρκετές διαφωνίες ανάμεσα στα κόμματα» και πρόσθεσε πως «η ΕΕ έχει δώσει 3 χρόνια χρονικό περίοδο στα κράτη μέλη και στους κοινωνικούς ετέρους να συνδιαλλαγούν και να ορίσουν κανόνες λειτουργίας της ψηφιακής οικονομίας και στο πεδίο της εργασίας».

Σύμφωνα με το κ. Γούλα «στο ερώτημα αν είναι θετικές ή αρνητικές εξελίξεις για την εργασία, την παραγωγή και την ανταγωνιστικότητα, η ψηφιοποίηση και οι πλατφόρμες, απαντάμε κατ’ αρχήν πως κάποια πράγματα είναι αρνητικά: όπως η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και οι νέες μορφές εργασίας. Δεν μπορούμε όμως να γυρίσουμε την πλάτη στην εξέλιξη. Οφείλουμε να μελετήσουμε και να διεκδικήσουμε την προστασία της εργασίας, όχι συντεχνιακά αλλά προς όφελος της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης». «Δεν μπορούμε να δεχθούμε τον ‘τεχνολογικό ντετερμινισμό’» ανέφερε κατηγορηματικά ο κ. Γούλας εξηγώντας πως «η τεχνολογία δεν είναι ανεξάρτητη από τις κοινωνικές και πολιτικές επιρροές. Δεν μπορεί να αμεληθεί ο ρόλος του ανθρώπινου παράγοντα μπροστά στις τεχνολογικές εξελίξεις».

Επιπτώσεις της ψηφιοποίησης και των νέων μορφών εργασίας:

– Δημιουργούνται μεγάλα ρίσκα.

– Εντατικοποιείται η εργασία για τους εργαζόμενους

– Διαταράσσεται η σχέση ελεύθερου και ιδιωτικού χρόνου

– Κίνδυνος απαξίωσης των δεξιοτήτων και των προσόντων των εργαζομένων

– Αλλαγή/εξαφάνιση επαγγελμάτων και δημιουργία νέων

Ο διευθυντής του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ επικαλούμενος διεθνείς μελέτες σημείωσε πως «όλα τα στοιχεία συγκλίνουν στο ότι οι περιφερειακές χώρες επηρεάζονται πολύ από την ψηφιοποίηση της εργασίας. Χώρες με αναπτυγμένα εκπαιδευτικά συστήματα και υψηλό επίπεδο τεχνολογίας μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα του κινδύνους».

Όσον αφορά το πεδίο της τηλέ-εργασίας ο κ. Γούλας παρέθεσε ορισμένα χρήσιμα στοιχεία από πρόσφατες μελέτες του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.

Στην Ελλάδα, οι Έλληνες εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα αξιολογούν αρνητικά την τηλε-εργασία:
– Το 65% σε σχέση με τις ώρες εργασίας.
– Το 54% σε σχέση με την εξέλιξη των δικαιωμάτων τους.
– Το 78% την θεωρούν αφορμή καταστρατήγησης θεμελιωδών εργατικών δικαιωμάτων.

Επίσης αναφέρθηκε σε απόψεις εργαζομένων για αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχολογία τους, στην επαγγελματική εξέλιξή και τις αμοιβές.

Οι κοινωνικοί εταίροι δεν έχουν τα εργαλεία να πάρουν αποφάσεις, ενώ σε όλα τα κείμενα μνημονεύονται ως απαραίτητοι (παράδοξο). Δεν υπάρχουν ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Δεν έχουν τα θεσμικά εργαλεία. Για τον διμερή και τριμερή κοινωνικό διάλογο υπάρχουν κείμενα κανόνων. Η συμφωνία αυτή δεν τηρείται, ούτε για τον διμερή, ούτε για τον τριμερή. Μην κατηγορούμε τα συνδικάτα γιατί δεν έχουν τα θεσμικά εργαλεία.

Ηλίας Κικίλιας: Να προσαρμόσουμε την προστασία της απασχόλησης και των εργαζομένων στις σύγχρονες απαιτήσεις

Την αβεβαιότητα ως κεντρικό χαρακτηριστικό της εποχής στον χώρο της εργασίας όρισε ο διευθυντής ερευνών του ΕΚΚΕ και πρώην Διοικητής του ΟΑΕΔ Ηλίας Κικίλιας. Ο κ. Κικίλιας ο οποίος παράλληλα είναι και διευθυντής του ΙΝΣΕΤΕ, τόνισε πως «αυτή η αίσθηση αβεβαιότητας τέμνει το σύνολο σχεδόν των εργασιακών ζητούμενων, το εισόδημα, τις ώρες εργασίας, την ποιότητα της εργασίας, τα δικαιώματα κλπ. Όσον αφορά την οικονομία της πλατφόρμας, μίλησε «για τις διαφορετικές εργασιακές ιδιότητες που εμφανίζουν όσοι εμπλέκονται επαγγελματικά με αυτές τις εταιρείες και τους κατέταξε σε ελεύθερους επαγγελματίες, προσωρινά/μερικά απασχολούμενους, αυτοαπασχολούμενους και freelancers». Μέσα σε αυτές τις κατηγορίες εντάσσονται αρκετές ομάδες επαγγαλματιών οι οποίες έχουν συνδέσει την παροχή έργου και υπηρεσιών μέσω της ένταξης τους ή της συνεργασίας τους με κάποιες ψηφιακές πλατφόρμες.

Ομάδες επαγγελματιών που συνδέονται με τις εταιρίες – πλατφόρμες:
– Προγραμματιστές
– Οδηγοί επιβατικών οχημάτων
– Καθαρίστριες
– Δημοσιογράφοι
– Αισθητικοί
– Σχεδιαστές
– Υδραυλικοί
– Διανομείς
– Νοσοκόμες
– Φροντιστές ηλικιωμένων
– Οικιακοί βοηθοί κ.α.

Ως κύριο πλεονέκτημα των εταιριών-πλατφορμών από την αξιοποίηση τέτοιων εργαζομένων ο κ. Κικίλιας ανέφερε «το κόστος εργασίας τους, μειωμένο κατά 30%, καθώς οι εταιρίες τους χρησιμοποιούν όταν τους χρειάζονται και δεν επιφορτίζονται με δαπάνες εργασιακής προστασίας και παροχών».

Αντίστοιχα στην τηλε-εργασία «οι επιχειρήσεις μειώνουν το λειτουργικό κόστος (10 % χαμηλότερο μικτό μισθοδοτικό κόστος ανά εργάτη, από ενοίκιο, ενέργεια, φύλαξη, έξοδα συντήρησης)». Κι όχι μόνο αυτό αλλά συμπλήρωσε πως «υπάρχουν εταιρίες που στην συγκροτούν τη δομή της επιχείρησης από μια μικρή ομάδα εργαζομένων με υψηλές δεξιότητες και προσόντα και όλοι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι είναι χαμηλότερων προσόντων και κόστους αλλά και ανεξάρτητοι, χωρίς σταθερή σχέση και ανάλογα με τις ανάγκες».

Όσον αφορά τα πολιτικά χαρακτηριστικά αυτών των εξελίξεων, σύμφωνα με τον κ. Κικίλια «το δίκτυο κοινωνικής ασφάλισης και προστασίας του κοινωνικού κράτους που οικοδομήθηκε με βάση τις αρχές της Σοσιαλδημοκρατίας, έχει ως κεντρικό χαρακτηριστικό την σύνδεση με την μισθωτή εργασία και το σαφή διαχωρισμό εργοδότη κι εργαζόμενου. Σήμερα θα χρειαστούν διαφορετικές ταξινομήσεις αυτού του διαχωρισμού». Μάλιστα ανέφερε ως ιστορικό παράδειγμα πως «στις απαρχές της Σοσιαλδημοκρατίας η μισθωτή εργασία ήταν η νέα μορφή απασχόλησης, αντίστοιχα και σήμερα να δούμε τι ρυθμίσεις χρειάζονται αυτές οι νέες μορφές. Πως θα εκσυγχρονιστεί η προστασία της απασχόλησης για να ταιριάζει με τις σύγχρονες εξελίξεις».

Χρήστος Πρωτόπαπας: Αξιοποίηση της ψηφιακή εποχής προς όφελος των χωρών, των οικονομιών, των κοινωνιών

«Οφείλουμε να μη μεταβληθούμε σε έρμαιο των καιροσκόπων της ψηφιακής εποχής, αλλά να την αξιοποιήσουμε προς το συνολικό όφελος» ανέφερε το μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΚΙΝΑΛ, πρώην Υπουργός και πρώην πρόεδρος της ΓΣΣΕ, Χρήστος Πρωτόπαπας. Σύμφωνα με τον κ. Πρωτόπαπα μέσα από τις τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και την κρίση της πανδημίας, τίθενται κάποια ερωτήματα που αφορούν το παρόν και κυρίως το μέλλον της εργασίας και του κοινωνικού κράτους:

Ερώτημα 1: Πως διαμορφώνονται οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις στο διεθνές περιβάλλον και πως αντανακλώνται στην εγχώρια αγορά εργασίας;

Σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο τη ΓΣΕΕ, «δεν μπορούμε να προσδοκούμε ότι μετά την πανδημία, θα γυρίσουμε στο «πριν». Το μείζον ζήτημα είναι πως το εύκολο θύμα των αλλαγών δεν θα είναι και πάλι πρώτα οι εργαζόμενοι και μετά οι μικρότερες επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες. Γιατί αυτό γίνεται ως τώρα. Δεν έχουν τεθεί κανόνες στις νέες μορφές ανταγωνισμού και προφανώς δεν υπάρχει προστασία των εργαζομένων, η διασφάλιση της «αξιοπρεπούς εργασίας» και στις νέες συνθήκες».

Ο κ. Πρωτόπαπας σημειώνει πως «δεν μπορούμε να επιχειρήσουμε δήθεν να σταματήσουμε τις αλλαγές του ψηφιακού μετασχηματισμού. Το Κίνημα των Λουδιτών που είχε τέτοιες αντιλήψεις στην αυγή της βιομηχανικής επανάστασης, κατέληξε σε αδιέξοδο. Ο στόχος μας είναι η νέα ρύθμιση των αλλαγών. Με σύγχρονους, νέους κανόνες τόσο για τα όρια του ανταγωνισμού, όσο και την προστασία των εργαζόμενων».

«Οφείλουμε» αναφέρει κατηγορηματικά ο κ. Πρωτόπαπας, «να μη μεταβληθούμε σε έρμαιο των καιροσκόπων της ψηφιακής εποχής, αλλά να την αξιοποιήσουμε προς όφελος των χωρών, των οικονομιών, των κοινωνιών. Και αυτή είναι ευθύνη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των Εθνικών Κυβερνήσεων»

Όπως τόνισε ο πρώην υπουργός, ο πρώτος στόχος πρέπει να αφορά: «Διεθνείς Κανόνες, Ευρωπαϊκή Οδηγία, Εθνική Νομοθεσία για την ρύθμιση και την ομαλή εφαρμογή, των νέων δεδομένων. Και φυσικά ο Κοινωνικός διάλογος που θα ανοίξει τον δρόμο για την αποτελεσματική εφαρμογή τους».

Ερώτημα 2: Ποιες είναι οι θεσμικές απαιτήσεις των νέων δεδομένων;

«Έχουμε μπροστά μας μια σοβαρή μεταβολή του αναπτυξιακού υποδείγματος, αλλά και της εργασίας. Οι επιχειρήσεις –και οι μικρές και μεσαίες-χρειάζεται να ενισχυθούν για να ενσωματώσουν τις νέες τεχνολογίες. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης μπορούν σημαντικά να συμβάλλουν σε αυτό. Η «Νέα ρύθμιση» όμως πρέπει να αφορά κύρια το εργασιακό πεδίο. Οι ευέλικτες μορφές επηρεάζουν το αίσθημα ασφάλειας του εργαζόμενου, εντείνουν τις αβεβαιότητες για την εξέλιξη του, δεν διασφαλίζουν θέματα ανθρώπινων ωραρίων, δίκαιων αμοιβών. Κάποιοι με ισχυρές γνώσεις και δεξιότητες θα ωφεληθούν».

«Για πολλούς όμως θα υπάρξει πρόβλημα» σημειώνει με νόημα ο πρώην υπουργός αναφερόμενος σε κινδύνους «τόσο για την αδυναμία ένταξης στα νέα δεδομένα, όσο και με την διεύρυνση του φαινόμενου των «φτωχών εργαζόμενων», για τους οποίους δεν ισχύουν κανόνες και δεν υπάρχει μέλλον».

Τίθεται μια σειρά ερωτημάτων:

  • Πως θα διασφαλιστεί η εργασιακή σχέση και δεν θα μετατρέπεται ο εργαζόμενος σε υποβαθμισμένο ελεύθερο επαγγελματία;
  • Πως θα τηρούνται οι συμβατικοί όροι για ωράριο εργασίας και αμοιβές;
  • Πως θα εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις (δωρεάν μέσα, internet κλπ) ώστε να μην επιβαρύνονται υπέρμετρα οι εργαζόμενοι με τις νέες μορφές;
  • Πως θα ενισχύονται οι γνώσεις και οι δεξιότητες για να έχουν εξέλιξη στην εργασία τους;

 

Σύμφωνα με αυτούς τους προβληματισμούς ο ομιλητής τόνισε πως «Οι κοινωνικοί εταίροι επιβάλλεται να δώσουν μέσα από τον διάλογο και την συλλογική διαπραγμάτευση κοινές απαντήσεις. Η νέα ρύθμιση θα είναι προς το συμφέρον όλων. Το ζήτημα είναι να υπάρχει πολιτική εξουσία έτοιμη να ευνοήσει τον Κοινωνικό Διάλογο, να αποδεχθεί, να νομοθετήσει και εφαρμόσει τα αποτελέσματα του. Ενδυναμώνοντας-και όχι υποβαθμίζοντας όπως γίνεται από την ΝΔ σήμερα-την συλλογική διαπραγμάτευση».

Συμπερασματικά προς τα παραπάνω πρόσθεσε πως «Μόνο έτσι θα καταλήξουμε σε ένα Κοινωνικό Συμβόλαιο της Ψηφιακής εποχής που θα επιταχύνει την ανάπτυξη, θα τονώσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, αλλά και θα οδηγήσει σε εργαζόμενους ασφαλείς, που ανταποκρίνονται στις νέες συνθήκες, με αξιοπρεπείς αμοιβές και δικαιώματα».

Όρισε μάλιστα και δύο ακόμα προϋποθέσεις για να πετύχει ο κοινωνικός διάλογος:
Η πρώτη: «Να κατανοήσει κυρίως το ισχυρό μέρος της εργοδοτικής πλευράς, ότι ο σεβασμός του εργαζόμενου, συνδέεται αναπόσπαστα με την μακροπρόθεσμη άνοδο της επιχείρησης» και η δεύτερη: «Τα συνδικάτα πρέπει επί τέλους να εφαρμόσουν και να περιλάβουν αυτούς τους εργαζόμενους στις τάξεις τους».

Ερώτηση 3: Πως επιδιώκει και συνεχίζει να εξελίσσεται το κοινωνικό κράτος και ποιες πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις θα προηγηθούν των ορατών μεγάλων επιπτώσεων;

Σύμφωνα με τον κ. Πρωτόπαπα «η κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να είναι απλό συμπλήρωμα της οικονομικής πολιτικής. Το όφελος της ανάπτυξης πρέπει να αφορά όλους. Και με προοδευτικό φορολογικό σύστημα και πολιτικές αναδιανομής, να μειώνονται οι κοινωνικές ανισότητες. Και πάντα με στρατηγικό στόχο την ΠΛΗΡΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ».

Ειδικότερα επισήμανε ότι χρειάζονται μεγάλες αλλαγές:

  • Στις πολιτικές απασχόλησης, με αιχμή σύγχρονα συστήματα επαγγελματικής κατάρτισης, δια βίου μάθησης και εργασιακής εμπειρίας.
  • Στις πολιτικές για τους νέους, ιδιαίτερα με φορολογικά κίνητρα για την ένταξή τους στην αγορά εργασίας και με στήριξη για την δική τους επιχείρηση και επάγγελμα;
  • Στις πολιτικές ένταξης των ηλικιωμένων άνεργων, αξιοποιώντας ακόμη και τις πολιτικές του εργοδότη τελευταίας καταφυγής.
  • Στις πολιτικές αντιμετώπισης της φτώχειας, με ένα αξιοπρεπή κατώτερο μισθό που καθορίζουν οι κοινωνικοί εταίροι και ένα εγγυημένο κοινωνικό εισόδημα που καλύπτει βασικές ανάγκες αλλά συνδέεται και με την ένταξη των ανέργων στην κοινωνική ζωή.

Και κλείνοντας πρότεινε «την ‘δημιουργία’ του νέου πολίτη της ψηφιακής εποχής. Από το σχολείο και με διαρκή ανανέωση και αναβάθμιση των δυνατοτήτων του. Ώστε να μπορεί να αισθάνεται αυτάρκης, ασφαλής και ισχυρός στην σχέση του με το κράτος, τις συναλλαγές του, στην επικοινωνία και την κοινωνικοποίηση του».

Share :

Post a Comment