• : info@in-social.gr

Οι σοβαρές επιπτώσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα

Του Γιώργου Λιτσαρδάκη*

Το νομοσχέδιο «ελεύθερο πανεπιστήμιο» επρόκειτο να κατατεθεί στις 8 Ιανουαρίου κατευθείαν στη διαβούλευση opengov, χωρίς προηγούμενο θεσμικό διάλογο, για να πάει στη συνέχεια στη Βουλή για ψήφιση, αλλά η δημοσιοποίησή του κάθε τόσο μετατίθεται. Οι εξαγγελίες στο Υπουργικό Συμβούλιο στις 20 Δεκεμβρίου περιλαμβάνουν διακηρύξεις υπέρ του δημόσιου πανεπιστημίου και έκτακτα κονδύλια για τη στήριξή του, ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ από υφιστάμενα προγράμματα (ΕΣΠΑ, Ταμείο Ανάκαμψης κ.λπ.), δίπλα στους κανόνες που θα τεθούν σε μη κερδοσκοπικά παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων για τη λειτουργία τους στη χώρα μας, με «παράκαμψη» ή κατάλληλη «ανάγνωση» του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Δεν είναι καθησυχαστικές οι κυβερνητικές διαβεβαιώσεις – το αντίθετο. Δείχνουν ότι πράγματι θα θιγεί το δημόσιο πανεπιστήμιο από τις επερχόμενες αλλαγές, καθώς λειτουργεί μέσα σε υπερρυθμιστικό θεσμικό πλαίσιο, αλλά χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, ενώ παράλληλα συνεχίζεται η πολιτική της υποβάθμισης, της υποχρηματοδότησης και της μείωσης του προσωπικού.

Συνεχίζει να επιδεινώνεται η αναλογία φοιτητών – διδασκόντων, που σύμφωνα με στοιχεία της ΕΘΑΑΕ είναι η χειρότερη στην Ευρώπη (45), σχεδόν τριπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου (13). Συρρικνώνεται το προσωπικό φτάνοντας σε επίπεδα οριακά για την ποιότητα της εκπαίδευσης, καθώς για το 2024 οι νέες θέσεις ΔΕΠ που δόθηκαν πρακτικά είναι λιγότερες (κατά 25%) από τις αποχωρήσεις του 2023.

Δεν ενισχύεται το δημόσιο πανεπιστήμιο όταν τα μέλη ΔΕΠ αμείβονται στην πράξη με το μισθολόγιο του 2003, ούτε όταν αυξάνεται το ποσοστό του έκτακτου, πρόσκαιρου και εργασιακά επισφαλούς διδακτικού προσωπικού.

Από την άλλη, δεν αναφέρονται καν στις κυβερνητικές δηλώσεις οι σοβαρές επιπτώσεις στο πανεπιστημιακό σύστημα από τις εξαγγελθείσες ρυθμίσεις για ξένα παραρτήματα πανεπιστημίων, που όμως θα λειτουργούν, για την εισαγωγή φοιτητών και το πρόγραμμά τους, με βάση τα ισχύοντα στο μητρικό πανεπιστήμιο.

Οι ρυθμίσεις έχουν αμφίβολα προσδοκώμενα αποτελέσματα, όπως έχει αναλυθεί στον δημόσιο διάλογο, πάντως πολύ κατώτερα από τα προβαλλόμενα ως προς τη μείωση της φοιτητικής μετανάστευσης, την εισροή ξένων φοιτητών, τις νέες θέσεις απασχόλησης στα ιδιωτικά πανεπιστήμια ή τη δήθεν βελτίωση, διά του «ανταγωνισμού» (αλλά με άνισους όρους λειτουργίας), του δημόσιου πανεπιστημίου.

Πλήττουν όμως σοβαρά το εκπαιδευτικό σύστημα ως προς την κοινωνική κινητικότητα που προσφέρει και την αξία του συστήματος εισαγωγής στο πανεπιστήμιο, η οποία εκτός από έξοδα απαιτεί και σημαντική προσπάθεια, τη βιωσιμότητα τμημάτων, τη λειτουργία ιδρυμάτων στην περιφέρεια, τη διέξοδο στην αγορά εργασίας με ανοικτό το ζήτημα των ακαδημαϊκών και επαγγελματικών προσόντων και δικαιωμάτων, για τριετή ευρωπαϊκά πτυχία έναντι τετραετών και πενταετών του δημόσιου πανεπιστημίου. Πρόσθετες θέσεις με δίδακτρα σε νέες σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα θα εντείνουν τον ανορθολογισμό σε ένα σύστημα που ήδη έχει θέσεις εισακτέων στα πανεπιστήμια περίπου ίσες με τους αποφοίτους Λυκείου και εξακολουθεί να έχει αυξημένη ζήτηση σε κορεσμένες ειδικότητες.

Είναι προφανές ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση, προκειμένου να είναι εργαλείο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, χρειάζεται προγραμματισμό και αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη, ως αποτέλεσμα εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού – δεν μπορεί να διαμορφώνεται τυχαία από ιδιωτικές επενδυτικές επιλογές.

Γιώργος Λιτσαρδάκης είναι καθηγητής Ηλεκτροτεχνικών Υλικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΠΟΣΔΕΠ). Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 27.01.2024

Share :

Post a Comment