• : info@in-social.gr

Ο παλαιός δαίµονας της διάρθρωσης της ελληνικής οικονοµίας είναι εδώ

Του Δρ Γεωργίου Χριστοδουλάκη*

Ενώ παρατηρείται διογκούµενο έλλειµµα εργαζοµένων στην οικονοµία, η ανεργία παρέµεινε κοντά στο επίπεδο του 11% για το 2023, σύµφωνα µε το ∆ΝΤ. Παράδοξο; Οχι, αν εξετάσουµε τη µικροδοµή της αγοράς εργασίας σε συνδυασµό µε το παραγωγικό µοντέλο της χώρας.

Ακούµε συχνά εξηγήσεις οι οποίες αποδίδουν το φαινόµενο σε παράγοντες όπως η κουλτούρα της γενιάς των millennials, η οικογενειακή στήριξη, η πολιτική επιδοµάτων, καθώς και η αλλαγή προτιµήσεων στη σχέση εργασίας και ελεύθερου χρόνου λόγω πανδηµίας. Χωρίς να παραγνωρίζεται η σηµασία των παραγόντων αυτών, οι οποίοι είτε εν µέρει είτε προσωρινά µπορεί να έχουν σηµαντική επίδραση, είναι σκόπιµο να εξετάσουµε ορισµένα δοµικά χαρακτηριστικά της οικονοµίας. Για τριάντα χρόνια και µέχρι την απαρχή της ελληνικής κρίσης χρέους, η ανεργία διακυµάνθηκε µεταξύ 7% και 12%. Στην περίοδο της κρίσης εκτινάχθηκε άνω του 27%, για να αρχίσει η σταδιακή αποκλιµάκωση από το 2014 µέχρι σήµερα κοντά στο 11%, ενώ οι προβλέψεις του ∆ΝΤ προσδιορίζουν σταθεροποίηση κοντά στο 8% το 2027 χωρίς περαιτέρω πτώση έως το 2029 (βλ. γράφηµα).

Η προβλεπόµενη εµµονή της ανεργίας σε επίπεδα πολύ πάνω του µέσου όρου των προηγµένων οικονοµιών, ο οποίος υπολείπεται του 5%, είναι απογοητευτική για µια χώρα η οποία, ενώ διατείνεται έξοδο από την κρίση µέσω διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων, δεν βρίσκεται µακριά από τη µακροχρόνια εικόνα τής προ κρίσης περιόδου. Για παράδειγµα, στις ΜµΕ η ζήτηση υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά, όπου ειδικά στον κλάδο του τουρισµού το έλλειµµα αγγίζει τις 60.000 θέσεις εργασίας, η υποθετική ικανοποίηση του οποίου θα οδηγούσε σε πτώση της ανεργίας περισσότερο από µία ποσοστιαία µονάδα. Τι πήγε λάθος;

Πολλές ευρωπαϊκές χώρες είδαν επεισόδια πλήρους απασχόλησης κατά τη δεκαετία του ’70 µε την ανεργία τριβής (frictional unemployment) σε πολύ χαµηλά επίπεδα, ενώ κατά τις δεκαετίες ’80 και ’90 εµφανίστηκε αυτό που σήµερα ονοµάζουµε Ευρωπαϊκό Πρόβληµα Ανεργίας, µε αυξανόµενα κενά πλήρους απασχόλησης. Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την εικόνα, ωστόσο ιστορικά αδυνατεί να εµφανίσει ανεργία κάτω του 7%-8% τα τελευταία 40 χρόνια.

Ερευνητές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Economic Paper 527) έδειξαν ότι, στην Ευρωπαϊκή Ενωση, χώρες µε κρίσεις χρέους και ελλείµµατος τρεχουσών συναλλαγών αντιµετωπίζουν δραστικό περιορισµό στη δυνατότητα ζεύξης ζήτησης και προσφοράς (matching). Το γεγονός αυτό, ενώ τείνει να αµβλύνεται στην Ελλάδα µέσω πρόσφατων πολιτικών για την ευελιξία της αγοράς εργασίας, δεν φαίνεται να επιτρέπει µείωση της ανεργίας κάτω του ιστορικού ελάχιστου.

Ο παλαιός δαίµονας της διάρθρωσης της ελληνικής οικονοµίας είναι πάντα εδώ. Εδραζόµενη πρωτίστως στην κατανάλωση και στις υπηρεσίες, η προβλεπόµενη ανάπτυξη του 2%+ τείνει να δηµιουργεί νέες θέσεις εργασίας χαµηλής προστιθέµενης αξίας διεσπαρµένες στην επικράτεια, ενώ το εργασιακό δυναµικό βρίσκεται συγκεντρωµένο στα µεγάλα αστικά κέντρα.

Είναι σαφές ότι χαµηλή προστιθέµενη αξία συνεπάγεται χαµηλό µισθό, ο οποίος µε τη σειρά του είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να χρηµατοδοτήσει γεωγραφική µετακίνηση της προσφερόµενης εργασίας προς τον τόπο της ζήτησης.

Μια βίαιη ανάταξη των µισθών, σε αναντιστοιχία µε την προστιθέµενη αξία, οδηγεί τάχιστα στην υπονόµευση της βιωσιµότητας των επιχειρήσεων, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον πιστωτικό κίνδυνο και τον κύκλο της χρηµατοδότησης. Ο κλάδος του τουρισµού, για παράδειγµα, ο οποίος γνωρίζει νέα φάση ανάπτυξης, ακολουθεί το γνωστό πρότυπο µαζικού τουρισµού ο οποίος στοιβάζει τους επισκέπτες σε περιοχές ανεπαρκών υποδοµών. Χωρίς ένα πρότυπο που µακροχρόνια προωθεί περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιµότητα και υψηλή προστιθέµενη αξία, βραχυχρόνια ποιος µισθός καµαριέρας µπορεί να µετακινήσει εν δυνάµει εργαζοµένους προς τα Χανιά ή τη Λευκάδα;

Ο αγροτικός τοµέας ως µόνιµο παράδειγµα, έχοντας συρρικνωθεί κάτω του 5% του ΑΕΠ, αναζητάει µάταια εργασιακό δυναµικό τουλάχιστον για τρεις δεκαετίες. Ενώ ο καταναλωτής καλείται να δαπανά ολοένα αυξανόµενο µερίδιο του εισοδήµατος, τα προϊόντα αυτά δεν απολαµβάνουν υψηλή προστιθέµενη αξία στο στάδιο της παραγωγής, αλλά στα ενδιάµεσα στάδια εµπορίας και µεταφοράς.

Ακούµε συχνά για τις προσπάθειες ενοποίησης του κλήρου σε συνεργατικά επιχειρηµατικά σχήµατα. Χρήσιµο σε κάποιο βαθµό κυρίως για την πλευρά του κόστους παραγωγής, όµως χωρίς αποτελεσµατικό µηχανισµό εξεύρεσης τιµής (price discovery mechanism), ο οποίος µακροχρόνια θα αναδεικνύει την προστιθέµενη αξία του προϊόντος για τον παραγωγό, βραχυχρόνια ποιος µισθός εργάτη µπορεί να µετακινήσει εν δυνάµει εργαζοµένους προς τη Μεσσηνία και τη Θράκη; Αν η βιωσιµότητα αποτελεί στόχο για ολόκληρη τη χώρα και κάθε πολίτη, αποτελεί αδήριτη ανάγκη ο σχεδιασµός οικονοµικής πολιτικής να εστιάσει στη µικροδοµή τής εκάστοτε αγοράς, από το πρώτο στο τελευταίο στάδιο.

Ποιος θα µπορούσε να αρνηθεί τα αποτελέσµατα του ποιοτικού τουρισµού, όπου ο επισκέπτης λαµβάνει πολιτισµική εµπειρία; Ποιος θα µπορούσε να αρνηθεί ότι οι φαινόλες στο ελληνικό λάδι το καθιστούν µοναδικό, αξία η οποία πρωτίστως ανήκει στον καλλιεργητή; H ανάδειξη οικονοµίας υψηλής προστιθέµενης αξίας αποτελεί αναγκαία συνθήκη για τη βιώσιµη απασχόληση.

∆ηµιουργούνται νέες θέσεις χαµηλής προστιθέµενης αξίας διεσπαρµένες στην επικράτεια, ενώ το εργασιακό δυναµικό βρίσκεται στις µεγάλες πόλεις.

* O δρ Γεώργιος Χριστοδουλάκης είναι αν. καθηγητής στο Alliance Manchester Business School, University of Manchester. Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα «Η Καθημερινή της Κυριακής» 12.05.2024

Share :

Post a Comment