Κάπως έτσι (δεν) δουλεύει η οικονομία
Των Ηλία Κικίλια* και Αλέξανδρου Ραγκούση**
Ο πολιτικός έχει δύο θανάσιμους εχθρούς, την απόκρυψη και την πληροφορία. Κι όσο θεαματικά και αν ακροβατεί μεταξύ των δύο, η επιβίωσή του εξαρτάται από τον εχθρό που επιλέγει.
Λίγες εβδομάδες πριν ανακοινωθούν οι εκλογές, σε μία εκδήλωση που έλαβε μικρή δημοσιότητα, ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, όπου επαινετικά δήλωσε: «Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί που μπορούν να φανταστούν ότι αυτά τα οποία έγιναν αυτά τα τέσσερα χρόνια στην Αναπτυξιακή Τράπεζα, θα μπορούσαν να τα είχαν κάνει οι προηγούμενοι που μας κυβερνούσαν. [..] Αμφιβάλλω αν θα καταλάβαιναν τα μισά από αυτά τα οποία είπαμε σήμερα, για το πώς δουλεύει πραγματικά η οικονομία.»
Τα στοιχεία δίνουν πληθώρα απαντήσεις στο τελευταίο ερώτημα. Με ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά αποκλεισμού από το τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα έχουν ανάγκη από εναλλακτικές: Λιγότερες από τις μισές επιχειρήσεις καλύπτουν συνολικά τις ανάγκες δανεισμού τους από τις τράπεζες σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή της ΕΚΤ, και μία στις έξι είτε δεν έχουν τα μέσα ή αποθαρρύνονται προτού καν αιτηθούν δανειοδότηση. Όταν το πραγματοποιούν, οι απορρίψεις κινούνται σε διψήφια ποσοστά, ως και 21% το 2021-2022, σε πολλαπλάσιους ρυθμούς σε σχέση με την Ευρωζώνη. Και τα επιτόκια δανεισμού τους βρίσκονται στα ύψη.
Μία αναπτυξιακή τράπεζα αποτελεί εναλλακτική εφόσον, εξ ορισμού και αποστολής της, δεν ανταγωνίζεται τις εμπορικές. Λειτουργεί για να παρέχει δανεισμό και τεχνογνωσία εκεί όπου οι τελευταίες αποτυγχάνουν ή «αδυνατούν».
Υπάρχει ρευστότητα γι’ αυτό το σκοπό; 6,4 δισ. ευρώ ετησίως μπορούν να εκταμιευθούν για ιδιωτικές επενδύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας έως το 2026 σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Αλλά στην Ελλάδα επιλέξαμε, παράδοξα και επιτελικά, αυτή η ρευστότητα να διοχετεύεται αποκλειστικά μέσω των εμπορικών τραπεζών – με άλλα λόγια, μέσω του συστήματος που γνωρίζουμε ότι αποτυγχάνει ή «αδυνατεί». Οι εκταμιεύσεις δανείων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας έκλεισαν στα 200 εκατ. ευρώ το 2022, σύμφωνα με την έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ. Και το ανθρώπινο δυναμικό της τράπεζας αριθμεί 113 άτομα, λιγότερα δηλαδή από το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Τα δισεκατομμύρια των πρόσφατων κυβερνητικών εξαγγελιών ανήκουν στη σφαίρα των προεκλογικών ανακοινώσεων.
Μια ισχυρή αναπτυξιακή τράπεζα οφείλει να έχει κεντρικό ρόλο στο αναπτυξιακό μοντέλο των επόμενων ετών – με άμεσο διπλασιασμό του προσωπικού της, στρατηγική στελέχωση σε κλάδους με παραγωγική σημασία, ουσιαστική ανάπτυξη συμβουλευτικών υπηρεσιών και δυνατότητων αξιολόγησης, στα πρότυπα διεθνών χρηματοδοτικών οργανισμών.
Βασική προϋπόθεση, ωστόσο, είναι να έχεις καταρχήν αναπτυξιακό σχέδιο, για την εθνική οικονομία, την πρωτογενή παραγωγή, τα ενεργειακά δίκτυα και τους εθνικούς παραγωγικούς πόλους κλάδων και τεχνολογιών και τις ολοκληρωμένες εθνικές εφοδιαστικές αλυσίδες που διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και πρέπει να προωθηθούν κατά προτεραιότητα μέσω της εθνικής και ευρωπαϊκής χρηματοδότησης. Να λαμβάνεις υπόψη σου, μεταξύ άλλων, τη γεωγραφική ανασυγκρότηση των διεθνών αλυσίδων παραγωγής, τη στρατηγική γεωγραφική θέση της χώρας μας αλλά και τις διαφαινόμενες εξελίξεις στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Μπορεί να μην υπάρχει μία «ορθή» προσέγγιση της ανάπτυξης, αλλά σίγουρα υπάρχουν αρκετές λάθος προσεγγίσεις. Κι αν οι προηγούμενοι που κυβερνούσαν, κατά τα πρωθυπουργικά λεγόμενα, δεν κατάλαβαν ούτε τα μισά κι έπραξαν ακόμη λιγότερα, τότε οι επόμενοι που κατάλαβαν ίσως μόνο αυτά, έπραξαν επίσης λίγα.
*Ο Ηλίας Κικίλιας είναι Οικονομολόγος, Γραμματέας του Τομέα Ανάπτυξης του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής.
**Ο Αλέξανδρος Ραγκούσης είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Γραμματέας του Τομέα Ανάπτυξης του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής. Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο kreport.gr 07.05.2023