• : info@in-social.gr

Η αναπόφευκτη ευκαιρία της Σοσιαλδημοκρατίας

Του Γιώργου Παπούλια*

Οι προκλήσεις αναζωογόνησης του μεγάλου πολιτικού ρεύματος, που διαμόρφωσε για πολλές δεκαετίες το ευρωπαϊκό μοντέλο ζωής, φαίνεται πως πολλαπλασιάζονται μέσα από τις επιπτώσεις της Πανδημίας. Υπερεθνικός –τουλάχιστον στην Ευρώπη- είναι ο προβληματισμός για το νέο ρυθμιστικό και παρεμβατικό ρόλο του κράτους, τα κοινωνικά συστήματα υγείας και περίθαλψης, τη ρύθμιση της «ψηφιακής» εργασίας, τη φορολογία, την αναδιανομή πλούτου, την αντιμετώπιση των πολλαπλών ανισοτήτων, την ενσωμάτωση προσφύγων/μεταναστών, την κλιματική αλλαγή κ.α.

Η έντονη αμφισβήτηση του ανεξέλεγκτου τρόπου λειτουργίας των αγορών που ξεκίνησε από την χρηματοοικονομική κρίση του 2008 και η συνεχής υποχώρηση των λαϊκιστικών ρευμάτων που γιγαντώθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης συνθέτουν ένα ακόμα πρόσφορο πεδίο ανάδυσης των βασικών αξιών και προταγμάτων της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, με το δεδομένο βέβαια ότι θα προσαρμοστούν στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.

Στην Ελλάδα είχαμε το θλιβερό προνόμιο να βιώσουμε τις εξελίξεις της οικονομικής κρίσης με χρονικό προβάδισμα, οπότε μπορούμε να την αντιμετωπίζουμε και σαν ένα είδος «κοινωνικού εργαστηρίου» των εξελίξεων και του πολιτικού αποτυπώματος. Εδώ χτύπησε η κρίση πρώτα και πιο καταλυτικά, εδώ άνθισε ραγδαία ο λαϊκισμός αλλά κι εδώ πρόωρα συρρικνώθηκε, εδώ καταβαραθρώθηκε ο παραδοσιακός χώρος έκφρασης της Σοσιαλδημοκρατίας μέσα από την κεντροαριστερά κι εδώ θα φανεί κατά πόσο τώρα μπορεί να ανακάμψει.

Η σημερινή κοινοβουλευτική διάταξη των κομμάτων θα λέγαμε πως αποτελεί απότοκο ακόμα των συνεπειών της κρίσης, έστω κι αν δεν είναι τόσο άμεσο όσο ήταν το 2012 και το 2015. Ο συντηρητικός χώρος, η κεντροδεξιά, ανέκαμψε γρήγορα από τους κραδασμούς της αμφισβήτησης, μέσω και της τακτικής καπήλευσης του κέντρου και διέρχεται περίοδο κυριαρχίας. Μαζί με πολλές όμως εσωτερικές ιδιομορφίες, εύθραυστες ισορροπίες και κρίσιμα διλλήματα που θα κληθεί να διαχειριστεί.

Τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον ασκεί, τυπικά, ο κομματικός σχηματισμός που μεγεθύνθηκε μέσα από τις συνθήκες της κρίσης, ως γέννημα της κοινωνικής αγανάκτησης και λαϊκισμού. Παρά την κυβερνητική όμως εμπειρία φαίνεται πως δεν έχει καταφέρει να προσαρμοστεί στο ύψος της ευθύνης του ρόλου, ταλανιζόμενος ακόμα από παθογένειες της πρώιμης υπόστασης του,  με εσωτερικό κατακερματισμό, δεσμεύοντας έτσι και την πολιτική αντιπαράθεση των δύο πρώτων του κοινοβουλίου σε ρητορική αλλά και πρακτικές που έχουν ξεπεραστεί.

Αυτό το κενό, δεν είναι υπερβολή να πούμε πως πολλές φορές έχει καλυφθεί από τον συρρικνωμένο, για τα ιστορικά του δεδομένα αλλά σε αργή και σταθερή ανάκαμψη, χώρο της κεντροαριστεράς. Χωρίς την παρουσία του Κινήματος Αλλαγής για παράδειγμα, η αντιπαράθεση για το νομοσχέδιο των διαδηλώσεων θα γινόταν στο ντροπιαστικό για τον κοινοβουλευτισμό επίπεδο «κουκουλοφόρων – δολοφόνων» από τη μία και «χούντας» από την άλλη. Αντίστοιχα στο νομοσχέδιο για το πανεπιστημιακό άσυλο οι επιλογές θα ήταν μεταξύ υπερβολικής «αστυνομοκρατίας» και πλήρους «ασυδοσίας».

Η ίδια η κοινοβουλευτική εμπειρία δείχνει ότι το έδαφος ανάκαμψης και επαναφοράς της κεντροαριστεράς είναι ευδιάκριτο και πρόσφορο. Αν αφουγκραστεί με διορατικότητα και αφομοιώσει με ευρηματικότητα τα διεθνή δεδομένα που επικαιροποιούν επιτακτικά τις θεμελιώδεις επιταγές της Σοσιαλδημοκρατίας και ταυτόχρονα αξιοποιήσει την ρευστότητα του αντιπολιτευτικού πεδίου, με σαφήνεια θέσεων και πολιτική αυτονομία, τότε η ευκαιρία που ανοίγεται μπορεί να καρποφορήσει.

*Ο Γιώργος Παπούλιας είναι Πολιτικός Επιστήμονας και Επιστημονικός Διευθυντής του ΙΝΣΟΣΙΑΛ. Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

Share :

Post a Comment